προσευχή

προσευχή
προσευχή, ,
A prayer, οἶκος προσευχῆς, of the Temple, LXXIs.56.7;

κατὰ τὰς κοινὰς ἡμῶν εὐχὰς καὶ προσευχάς BGU1080.5

(iii A.D.).
II place of prayer, sanctuary, chapel, IPE12.176 ([place name] Olbia), 2.52 ([place name] Panticapaeum); esp. among the Jews. synagogue, PEnteux.30.5 (iii B.C.), OGI726 (Egypt, iii B.C.), 96.6 (ibid., iii/ii B.C.), al., PTeb.86.18 (ii B.C.), Ph.2.523, J.Vit.54, Apion ap. eund.Ap.2.2, Act.Ap.16.13, Juv.3.296.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • προσευχῇ — προσευχή prayer fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσευχή — prayer fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσευχή — Λόγια που απευθύνονται τελετουργικά σε υπερανθρώπινα όντα (θεότητες, πνεύματα, φετίχ, προγόνους κλπ.), είτε σε αυθόρμητη μορφή είτε επαναλαμβανόμενα κατά ένα σταθερό τύπο. Δεν είναι βέβαιο αν προηγήθηκε η αυθόρμητη ή η τυποποιημένη π. Από καθαρά… …   Dictionary of Greek

  • προσευχή — η δέηση, παράκληση προς το Θεό ή άγιο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • προσεύχῃ — προσεύχομαι offer prayers pres subj mp 2nd sg προσεύχομαι offer prayers pres ind mp 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Προσευχή αμαρτωλών — Θρησκευτικό ποίημα, ένα από τα παλαιότερα μνημεία της βυζαντινής λογοτεχνίας, έργο πιθανότατα του 12ου αι. Αποτελείται από 16 ανομοιοκατάληκτους πολιτικούς στίχους …   Dictionary of Greek

  • προσευχῆι — προσευχῇ , προσευχή prayer fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσευχαῖς — προσευχή prayer fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσευχαί — προσευχή prayer fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσευχῆς — προσευχή prayer fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσευχήν — προσευχή prayer fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”